Καλλωπίζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: καλλωπίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Puošiame, pasidabins, pasipuošia, Wystroić
Καλλωπίζω στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καλλωπίζω

καλλωπίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, καλλωπίζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • καλλιτεχνικός στα λιθουανικά - meninis, meno, meninė, meninės, meninio
  • καλλονή στα λιθουανικά - grožis, Grožio, grožį, sveikata, beauty
  • καλοήθης στα λιθουανικά - gerybinis, gerybinė, gerybiniai, gerybinių, gerybinės
  • καλοκάγαθος στα λιθουανικά - palankus, geranoriškas, geranoriška, geranoriški, geranoriško
Τυχαίες λέξεις
Καλλωπίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: Puošiame, pasidabins, pasipuošia, Wystroić