Καλλωπίζω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: καλλωπίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
издокарвам, да издокарвам
Καλλωπίζω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καλλωπίζω

καλλωπίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, καλλωπίζω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • καλλιτεχνικός στα σλαβομακεδονικά - уметничка, уметнички, уметничко, уметничките, уметничкото
  • καλλονή στα σλαβομακεδονικά - убавина, убавината, за убавина, убавини
  • καλοήθης στα σλαβομακεδονικά - бенигна, бенигни, бенигно, бениген, бенигните
  • καλοκάγαθος στα σλαβομακεδονικά - добронамерниот, добротворна, добронамерен, добродушна, добронамерни
Τυχαίες λέξεις
Καλλωπίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: издокарвам, да издокарвам