Καλλωπίζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: καλλωπίζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
bemesél, lucfenyő fel, lucfenyő, a lucfenyő fel
Καλλωπίζω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καλλωπίζω

καλλωπίζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, καλλωπίζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • καλλιτεχνικός στα ουγγρικά - művészi, művészeti, mûvészeti, a művészi, a művészeti
  • καλλονή στα ουγγρικά - szépség, szépsége, szépségét, a szépség, kozmetikai
  • καλοήθης στα ουγγρικά - jóindulatú, benignus, a jóindulatú, kedvező, jó-
  • καλοκάγαθος στα ουγγρικά - jóindulatú, jótékony, jóságos, jóakaratú, jó szándékú
Τυχαίες λέξεις
Καλλωπίζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: bemesél, lucfenyő fel, lucfenyő, a lucfenyő fel