Λουστράρισμα στα λιθουανικά
Μετάφραση: λουστράρισμα, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
poliravimo, poliravimas, blizginimo, šlifavimas, poliravimui
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λουστράρισμα
λουστράρισμα πέτρας, λουστράρισμα παλαιών επίπλων, λουστράρισμα ξύλου, λουστράρισμα επίπλων τιμές, λουστράρισμα επίπλων, λουστράρισμα λεξικό γλώσσας λιθουανικά, λουστράρισμα στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- λουσάρω στα λιθουανικά - lousaro
- λουσάτος στα λιθουανικά - Lucy, Liusija, Liucijos, Liucija, Zico
- λουστράρω στα λιθουανικά - poliruoti, blizginti, šveisti, Poliruotos, Išvalyti iki blizgesio, Remontuoti
- λουτρό στα λιθουανικά - vonia, maudytis, išvietė, plauti, tualetas, vonios, pirtis, ...
Τυχαίες λέξεις
Λουστράρισμα στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: poliravimo, poliravimas, blizginimo, šlifavimas, poliravimui
Μεταφράσεις: poliravimo, poliravimas, blizginimo, šlifavimas, poliravimui