Λουστράρισμα στα ουγγρικά
Μετάφραση: λουστράρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
festés, polírozás, polírozó, fényezés, polírozáshoz
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λουστράρισμα
λουστράρισμα πέτρας, λουστράρισμα παλαιών επίπλων, λουστράρισμα ξύλου, λουστράρισμα επίπλων τιμές, λουστράρισμα επίπλων, λουστράρισμα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, λουστράρισμα στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- λουσάρω στα ουγγρικά - lousaro
- λουσάτος στα ουγγρικά - aprópénz, flancos, mutatós, sikkes, fess, Lucy, Lucyt
- λουστράρω στα ουγγρικά - lengyel, felújít, megtisztít, sikál
- λουτρό στα ουγγρικά - fürdő, káddal, kád, fürdőben, fürdőt
Τυχαίες λέξεις
Λουστράρισμα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: festés, polírozás, polírozó, fényezés, polírozáshoz
Μεταφράσεις: festés, polírozás, polírozó, fényezés, polírozáshoz