Λουστράρισμα στα ουκρανικά

Μετάφραση: λουστράρισμα, Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
полірування
Λουστράρισμα στα ουκρανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λουστράρισμα

λουστράρισμα πέτρας, λουστράρισμα παλαιών επίπλων, λουστράρισμα ξύλου, λουστράρισμα επίπλων τιμές, λουστράρισμα επίπλων, λουστράρισμα λεξικό γλώσσας ουκρανικά, λουστράρισμα στα ουκρανικά

Μεταφράσεις

  • λουσάρω στα ουκρανικά - прикрашати, прикрасити, прикрашувати, прикрасьте, lousaro
  • λουσάτος στα ουκρανικά - фальшивий, позер, витончений, розкішний, показний, Люсі, люси
  • λουστράρω στα ουκρανικά - поліомієліт, поліруйте, точите, гостріть, Вичистіть
  • λουτρό στα ουκρανικά - купіль, ванна, ванни, телебачення
Τυχαίες λέξεις
Λουστράρισμα στα ουκρανικά - Λεξικό: ελληνικά » ουκρανικά
Μεταφράσεις: полірування