Λουστράρισμα στα σλοβενικά
Μετάφραση: λουστράρισμα, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
alba, poliranje, poliranja, poliranju, brušenje, Loščenje
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λουστράρισμα
λουστράρισμα πέτρας, λουστράρισμα παλαιών επίπλων, λουστράρισμα ξύλου, λουστράρισμα επίπλων τιμές, λουστράρισμα επίπλων, λουστράρισμα λεξικό γλώσσας σλοβενικά, λουστράρισμα στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- λουσάρω στα σλοβενικά - lousaro
- λουσάτος στα σλοβενικά - elegantní, módní, slavnostní, Lucy, je Lucy, Lucija
- λουστράρω στα σλοβενικά - obnovit, cedit, Peglati
- λουτρό στα σλοβενικά - kopalnica, kopel, kopeli, bath, kad, kadjo
Τυχαίες λέξεις
Λουστράρισμα στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: alba, poliranje, poliranja, poliranju, brušenje, Loščenje
Μεταφράσεις: alba, poliranje, poliranja, poliranju, brušenje, Loščenje