Λουστράρισμα στα τσεχικά
Μετάφραση: λουστράρισμα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
malba, leštění, leštící, lešticí, leštěním, lešticí nástroj
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: λουστράρισμα
λουστράρισμα πέτρας, λουστράρισμα παλαιών επίπλων, λουστράρισμα ξύλου, λουστράρισμα επίπλων τιμές, λουστράρισμα επίπλων, λουστράρισμα λεξικό γλώσσας τσεχικά, λουστράρισμα στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- λουσάρω στα τσεχικά - zdobit, okrášlit, ozdobit, lousaro
- λουσάτος στα τσεχικά - elegantní, křiklavý, nastrojený, fajn, třpytivý, Lucy, Lucie, ...
- λουστράρω στα τσεχικά - pilovat, vyleštit, vypilovat, uhladit, leštit, zjemnit, hladit, ...
- λουτρό στα τσεχικά - lázně, koupel, toaleta, vana, koupat, lázeň, vánove
Τυχαίες λέξεις
Λουστράρισμα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: malba, leštění, leštící, lešticí, leštěním, lešticí nástroj
Μεταφράσεις: malba, leštění, leštící, lešticí, leštěním, lešticí nástroj