Ομαλά στα λιθουανικά
Μετάφραση: ομαλά, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
paprastai, įprastai, normaliai, paprastai yra
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ομαλά
ομαλά μεταφραση, ομαλά ρήματα αρχαίων, ομαλά συνώνυμο, ομαλά αιμαγγειώματα, ομαλά επιταχυνόμενη κίνηση, ομαλά λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ομαλά στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- ομήγυρη στα λιθουανικά - draugija, kompanija, susirinkimas, bendrovė, įmonė, skydelis, panelė, ...
- ομίχλη στα λιθουανικά - rūkas, migla, rūko, fog, rūko žibintai Žibintai, rūkui
- ομαλός στα λιθουανικά - taisyklingas, nuolatinis, paprastas, paprasto, lyguma, aiškiai, lygus
- ομελέτα στα λιθουανικά - omletas, omelette, omletas su, kiaušinėnė, kiaušinienė
Τυχαίες λέξεις
Ομαλά στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: paprastai, įprastai, normaliai, paprastai yra
Μεταφράσεις: paprastai, įprastai, normaliai, paprastai yra