Ομαλά στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ομαλά, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
нормално, вообичаено, вообичаено се, обично, кои вообичаено
Ομαλά στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ομαλά

ομαλά μεταφραση, ομαλά ρήματα αρχαίων, ομαλά συνώνυμο, ομαλά αιμαγγειώματα, ομαλά επιταχυνόμενη κίνηση, ομαλά λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ομαλά στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ομήγυρη στα σλαβομακεδονικά - општеството, панел, панелот, плоча, таблата, комисија
  • ομίχλη στα σλαβομακεδονικά - маглата, магла, за магла, на магла, фарови
  • ομαλός στα σλαβομακεδονικά - обичен, обична, рамнина, обични, едноставен
  • ομελέτα στα σλαβομακεδονικά - омлет
Τυχαίες λέξεις
Ομαλά στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: нормално, вообичаено, вообичаено се, обично, кои вообичаено