Ανύψωση στα νορβηγικά

Μετάφραση: ανύψωση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
høyde, topp, heving, høyden, riss
Ανύψωση στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανύψωση

ανύψωση ασθενών, ανύψωση φορτίων, ανύψωση διαφράγματος, ανύψωση τιμίου σταυρού, ανύψωση αντώνυμο, ανύψωση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, ανύψωση στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • ανόητος στα νορβηγικά - meningsløs, bevisstløs, lure, tøyse, fool, narre, idiot
  • ανύπαντρος στα νορβηγικά - enslig, eneste, en, ugift, enkelt, ugifte, er ugift
  • ανώδυνος στα νορβηγικά - smertefri, smertefritt
  • ανώμαλα στα νορβηγικά - unormalt, unormal, unormal måte, abnormally, på unormal måte
Τυχαίες λέξεις
Ανύψωση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: høyde, topp, heving, høyden, riss