Διαιτητεύω στα νορβηγικά
Μετάφραση: διαιτητεύω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
mekle, megle, avgjøre, voldgift, kreve megling
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: διαιτητεύω
διαιτητεύω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, διαιτητεύω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- διαιτησία στα νορβηγικά - voldgift, voldgifts, mekling, megling, voldgiftssak
- διαιτητής στα νορβηγικά - dommer, dommeren, dommeren at, dommeren at det
- διαιτολόγιο στα νορβηγικά - diett, kosthold, dietten, kostholdet, kosten
- διακανονισμός στα νορβηγικά - ordning, organisasjon, oppgjør, bosetting, bosetning, oppgjøret
Τυχαίες λέξεις
Διαιτητεύω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: mekle, megle, avgjøre, voldgift, kreve megling
Μεταφράσεις: mekle, megle, avgjøre, voldgift, kreve megling