Διαιτητεύω στα σουηδικά

Μετάφραση: διαιτητεύω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
medla, medla i, skiljedom, avvägning, en avvägning
Διαιτητεύω στα σουηδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: διαιτητεύω

διαιτητεύω λεξικό γλώσσας σουηδικά, διαιτητεύω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • διαιτησία στα σουηδικά - skilje, skiljedoms, skiljedom, skiljeförfarande, skiljedomsförfarande
  • διαιτητής στα σουηδικά - domaren, domare, domarens
  • διαιτολόγιο στα σουηδικά - kost, diet, dieten, kosten
  • διακανονισμός στα σουηδικά - anstalt, avtal, avveckling, uppgörelse, avvecklings, bosättning, likvid
Τυχαίες λέξεις
Διαιτητεύω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: medla, medla i, skiljedom, avvägning, en avvägning