Επίσπευση στα νορβηγικά

Μετάφραση: επίσπευση, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
akselerasjon, akselerasjonen, akselerasjons, akselerering
Επίσπευση στα νορβηγικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίσπευση

επίσπευση πλειστηριασμού, επίσπευση περιόδου, επίσπευση δίκης, επίσπευση σύνταξης, επίσπευση εφάπαξ, επίσπευση λεξικό γλώσσας νορβηγικά, επίσπευση στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • επίσκεψη στα νορβηγικά - besøke, besøk, visitt, besøket, gå
  • επίσκοπος στα νορβηγικά - biskop, bisp, biskopen, Bishop, biskopens, i Bishop
  • επίταξη στα νορβηγικά - krav, rekvisisjon, beslagleggelse, rekvisisjonen, rekvisisjons, rekvirering
  • επίτευγμα στα νορβηγικά - forfølgelse, oppnåelse, oppnåelsen, oppnå, måloppnåelse
Τυχαίες λέξεις
Επίσπευση στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: akselerasjon, akselerasjonen, akselerasjons, akselerering