Επίσπευση στα σουηδικά

Μετάφραση: επίσπευση, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
acceleration, accelerationen, accelerations
Επίσπευση στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: επίσπευση

επίσπευση πλειστηριασμού, επίσπευση περιόδου, επίσπευση δίκης, επίσπευση σύνταξης, επίσπευση εφάπαξ, επίσπευση λεξικό γλώσσας σουηδικά, επίσπευση στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • επίσκεψη στα σουηδικά - visit, besöka, besök, besöket, besök i
  • επίσκοπος στα σουηδικά - biskop, Bishop, biskopen, bishopen, biskopens
  • επίταξη στα σουηδικά - rekvirera, rekvisition, anmodan, rekvisitionen, rekvisitions
  • επίτευγμα στα σουηδικά - jakt, uppnå, uppnåendet, uppnås, förverkligandet
Τυχαίες λέξεις
Επίσπευση στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: acceleration, accelerationen, accelerations