Επίσπευση στα σλοβενικά
Μετάφραση: επίσπευση, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pospešek, pospeška, pospeševanje, pospešitev
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επίσπευση
επίσπευση πλειστηριασμού, επίσπευση περιόδου, επίσπευση δίκης, επίσπευση σύνταξης, επίσπευση εφάπαξ, επίσπευση λεξικό γλώσσας σλοβενικά, επίσπευση στα σλοβενικά
Μεταφράσεις
- επίσκεψη στα σλοβενικά - obiskati, obisk, obiska, ogleda, obisku, ogled
- επίσκοπος στα σλοβενικά - škof, bishop, škofu, škofa, je škof
- επίταξη στα σλοβενικά - zasegi, Trebovanje, Rekvizicija, odvzema, zasegov
- επίτευγμα στα σλοβενικά - Dosežena, doseganje, doseganju, dosego, uresničitev
Τυχαίες λέξεις
Επίσπευση στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: pospešek, pospeška, pospeševanje, pospešitev
Μεταφράσεις: pospešek, pospeška, pospeševanje, pospešitev