Καθάρισμα στα νορβηγικά

Μετάφραση: καθάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
renholdstjeneste, rengjøring, renhold, lokale, rengjørings
Καθάρισμα στα νορβηγικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: καθάρισμα

καθάρισμα αγκινάρας, καθάρισμα σπιτιού, καθάρισμα χταποδιού, καθάρισμα χαλιών, καθάρισμα ανανά, καθάρισμα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, καθάρισμα στα νορβηγικά

Μεταφράσεις

  • καημένος στα νορβηγικά - dårlig, fattig, ussel, stakkars, stakkaren, stakkar, stakkars fyren, ...
  • καημός στα νορβηγικά - lengsel, lidelse, ønske, bekymre, begjær, begjære, lengter, ...
  • καθέλκυση στα νορβηγικά - utsetting, lansering, lanseringen, utsettings, lansere
  • καθήκον στα νορβηγικά - oppgave, tariff, avgift, plikt, toll, arbeid, forpliktelse, ...
Τυχαίες λέξεις
Καθάρισμα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: renholdstjeneste, rengjøring, renhold, lokale, rengjørings