Καθάρισμα στα τσεχικά
Μετάφραση: καθάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
čištění, uklízení, úklid, čištění oděvů, čisticí, čistící
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθάρισμα
καθάρισμα αγκινάρας, καθάρισμα σπιτιού, καθάρισμα χταποδιού, καθάρισμα χαλιών, καθάρισμα ανανά, καθάρισμα λεξικό γλώσσας τσεχικά, καθάρισμα στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- καημένος στα τσεχικά - sprostý, nešťastný, chabý, nuzný, slabý, průměrný, žalostný, ...
- καημός στα τσεχικά - utrpení, bolest, přát, tíseň, tužba, dychtit, žádat, ...
- καθέλκυση στα τσεχικά - vypuštění, spuštění, zahájení, odpalování, spouštění
- καθήκον στα τσεχικά - povinnost, dílo, dávka, služba, práce, funkce, problém, ...
Τυχαίες λέξεις
Καθάρισμα στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: čištění, uklízení, úklid, čištění oděvů, čisticí, čistící
Μεταφράσεις: čištění, uklízení, úklid, čištění oděvů, čisticí, čistící