Καθάρισμα στα τούρκικα
Μετάφραση: καθάρισμα, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
temizlik, temizleme, temizliği, temizleyici, imkanları
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καθάρισμα
καθάρισμα αγκινάρας, καθάρισμα σπιτιού, καθάρισμα χταποδιού, καθάρισμα χαλιών, καθάρισμα ανανά, καθάρισμα λεξικό γλώσσας τούρκικα, καθάρισμα στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- καημένος στα τούρκικα - yoksul, az, adamcağız, zavallı adam, zavallı genç adam, zavallı adamcağız
- καημός στα τούρκικα - sıkıntı, arzu, arzulamak, özlem, özlemi, hasret, özlemini, ...
- καθέλκυση στα τούρκικα - fırlatma, başlatma, başlatılması, lansman, lansmanı
- καθήκον στα τούρκικα - yüküm, ödev, borç, iş, görev, görevi, bir görev, ...
Τυχαίες λέξεις
Καθάρισμα στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: temizlik, temizleme, temizliği, temizleyici, imkanları
Μεταφράσεις: temizlik, temizleme, temizliği, temizleyici, imkanları