Υποβοηθώ στα νορβηγικά
Μετάφραση: υποβοηθώ, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
hjelpe, abet, medvirke
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: υποβοηθώ
υποβοηθώ συνώνυμα, υποβοηθώ λεξικό γλώσσας νορβηγικά, υποβοηθώ στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- υποβαθμίζω στα νορβηγικά - nedgradering, nedgradere, nedgraderingen, nedprioritere, til nedgradering
- υποβοηθητικός στα νορβηγικά - ekstra, nyttig, hjelpsom, var nyttig, som nyttig, var
- υποβολέας στα νορβηγικά - instigator, opphavsmann, pådriver, initiativtaker
- υπογράφω στα νορβηγικά - merke, signal, skilt, sign, tegn, skiltet, signere
Τυχαίες λέξεις
Υποβοηθώ στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: hjelpe, abet, medvirke
Μεταφράσεις: hjelpe, abet, medvirke