Υποβοηθώ στα φινλανδικά

Μετάφραση: υποβοηθώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kannustaa, yllyttää, ärsyttää, kiihottaa, ABET, kannustavan, olla osallisena, ABETin
Υποβοηθώ στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: υποβοηθώ

υποβοηθώ συνώνυμα, υποβοηθώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, υποβοηθώ στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • υποβαθμίζω στα φινλανδικά - nöyryyttää, alentaa, downgrade, aito, heiketessä, alentavat
  • υποβοηθητικός στα φινλανδικά - tytäryhtiö, toissijainen, hyödyllinen, avulias, hyödyllistä, hyödyllisiä, apua
  • υποβολέας στα φινλανδικά - kuiskaaja, alkuunpanija, yllyttäjänä, yllyttäjän, alkuunpanijana, aloittaja
  • υπογράφω στα φινλανδικά - osoitus, sopia, viitta, enne, merkki, oire, viittoa, ...
Τυχαίες λέξεις
Υποβοηθώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: kannustaa, yllyttää, ärsyttää, kiihottaa, ABET, kannustavan, olla osallisena, ABETin