Ένοικος στα πολωνικά

Μετάφραση: ένοικος, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
lokator, najemca, dzierżawca, wynajemca, dzierżawić, najemcą, najemcy
Ένοικος στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ένοικος

ένοικος εξάρχεια, μπαρ ένοικος, ένοικος ετυμολογία, ένοικος μετάφραση, ένοικος καλλιδρομίου, ένοικος λεξικό γλώσσας πολωνικά, ένοικος στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • ένιωθα στα πολωνικά - pilśń, odczulenie, filcowanie, pilśnić, wyczuć, filcować, wojłok, ...
  • έννοια στα πολωνικά - troska, koncept, pomysł, doskwierać, zmartwienie, zmartwić, pojęcie, ...
  • ένορκος στα πολωνικά - ławnik, sędzia, juror, jurorem, jurorów, z jurorów
  • ένοχος στα πολωνικά - winny, obrażanie, odpowiedzialny, winowajca, karygodny, winien, przestępca, ...
Τυχαίες λέξεις
Ένοικος στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: lokator, najemca, dzierżawca, wynajemca, dzierżawić, najemcą, najemcy