Ένοικος στα σουηδικά
Μετάφραση: ένοικος, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
hyresgäst, arrendator, hyresgästen, hyresgästens, arrendatorn
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ένοικος
ένοικος εξάρχεια, μπαρ ένοικος, ένοικος ετυμολογία, ένοικος μετάφραση, ένοικος καλλιδρομίου, ένοικος λεξικό γλώσσας σουηδικά, ένοικος στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- ένιωθα στα σουηδικά - filt, jag kände, jag kände mig, kände jag, kände jag mig, jag kände att
- έννοια στα σουηδικά - mening, sorg, begrepp, oro, betydelse, grämelse, betyder, ...
- ένορκος στα σουηδικά - juror, jurymedlem, nämndeman, jurymedlemmen, juryman
- ένοχος στα σουηδικά - skyldig, skyldiga, sig skyldig, guilty, gjort sig skyldig
Τυχαίες λέξεις
Ένοικος στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: hyresgäst, arrendator, hyresgästen, hyresgästens, arrendatorn
Μεταφράσεις: hyresgäst, arrendator, hyresgästen, hyresgästens, arrendatorn