Έχω στα πολωνικά

Μετάφραση: έχω, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
opętywać, jeść, dostawać, posiąść, dysponować, miewać, posiadać, cechować, mieć, być, przystań, mają, ma, posiada
Έχω στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: έχω

έχω αμκα, έχω τρελαθεί μαζί σου, έχω ανάγκη - παπακωνσταντίνου, έχω τρελαθεί μαζί σου στίχοι, έχω γιορτή, έχω λεξικό γλώσσας πολωνικά, έχω στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • έφυγα στα πολωνικά - lewostronny, lewy, zostawiać, opuszczać, lewicowy, pozostawiać, Zostawiłem, ...
  • έχε στα πολωνικά - miewać, dysponować, jeść, przystań, być, dostawać, mieć, ...
  • ή στα πολωνικά - jakikolwiek, albo, lub, ani, bądź, też, także, ...
  • ήβη στα πολωνικά - dojrzewanie, pokwitanie, dojrzałość, owłosienie, dojrzewanie płciowe, meszek, omszenie
Τυχαίες λέξεις
Έχω στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: opętywać, jeść, dostawać, posiąść, dysponować, miewać, posiadać, cechować, mieć, być, przystań, mają, ma, posiada