Απεργοσπάστης στα πολωνικά

Μετάφραση: απεργοσπάστης, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
strup, świerzb, łamistrajk, parch, nieprzyjemny typ, Fink, Fink w, Finka
Απεργοσπάστης στα πολωνικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απεργοσπάστης

απεργοσπάστης ορισμός, απεργοσπάστης λεξικό γλώσσας πολωνικά, απεργοσπάστης στα πολωνικά

Μεταφράσεις

  • απερίσκεπτος στα πολωνικά - nieroztropny, wybuchowy, lekkomyślny, popędliwy, plasterek, nieopatrzny, żywiołowy, ...
  • απεργία στα πολωνικά - strajk, strajkować, uderzyć, tykać, natrafić, zafrapować, trafiać, ...
  • απεριποίητος στα πολωνικά - duszny, niechlujny, brudny, owoconośny, nieporządny, zaniedbany, niedbały, ...
  • απεριόριστα στα πολωνικά - wolno, luzem, swobodnie, chętnie, dowolnie, nieograniczony, nieograniczona, ...
Τυχαίες λέξεις
Απεργοσπάστης στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: strup, świerzb, łamistrajk, parch, nieprzyjemny typ, Fink, Fink w, Finka