Άμμος στα πορτογαλικά
Μετάφραση: άμμος, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
cascalho, areia, brita, grão, amostra, aperto, areias, gripe, de areia, da areia, praia
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: άμμος
άμμος αμμοβολής, άμμος γάτας, άμμος ήτανε, άμμος στο νεφρό, άμμος πόρτο ράφτη, άμμος λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, άμμος στα πορτογαλικά
Μεταφράσεις
- άμεμπτος στα πορτογαλικά - sem culpa, inocente, irrepreensível, irrepreensíveis, íntegro
- άμεσος στα πορτογαλικά - urgir, instar, urgente, direto, directa, direta, directo, ...
- άμορφος στα πορτογαλικά - informe, amorfo, sem forma, amorfa, disforme
- άμπωτη στα πορτογαλικά - vazante, ebb, fluxo, refluxo, maré
Τυχαίες λέξεις
Άμμος στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: cascalho, areia, brita, grão, amostra, aperto, areias, gripe, de areia, da areia, praia
Μεταφράσεις: cascalho, areia, brita, grão, amostra, aperto, areias, gripe, de areia, da areia, praia