Κλιμακώνομαι στα πορτογαλικά

Μετάφραση: κλιμακώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
se agrava, agrava, escalates, aumenta, escalada
Κλιμακώνομαι στα πορτογαλικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλιμακώνομαι

κλιμακώνομαι λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, κλιμακώνομαι στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • κλικ στα πορτογαλικά - clique, clique em, Botão, click
  • κλιμάκωση στα πορτογαλικά - escama, abrasar, escalde, desenho, escala, escalada, escalonamento, ...
  • κλινική στα πορτογαλικά - clínica, clínica de, ambulatório, clínico, clínicas
  • κλινικός στα πορτογαλικά - clínico, clínica, clínicos, clínicas
Τυχαίες λέξεις
Κλιμακώνομαι στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: se agrava, agrava, escalates, aumenta, escalada