Κλιμακώνομαι στα φινλανδικά

Μετάφραση: κλιμακώνομαι, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
yltyä, äityä, paisuu, laajenee, kiihtyy, kärjistyy, kiihtyminen
Κλιμακώνομαι στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κλιμακώνομαι

κλιμακώνομαι λεξικό γλώσσας φινλανδικά, κλιμακώνομαι στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • κλικ στα φινλανδικά - napauttaa, näpäyttää, haka, napsahdus, naksahdus, napsautuksella, klikkauksella, ...
  • κλιμάκωση στα φινλανδικά - hilse, skaala, suomu, mittakaava, yltyminen, asteikko, kärjistymisen, ...
  • κλινική στα φινλανδικά - klinikka, poliklinikka, klinikalla, klinikan, klinikalle, clinic
  • κλινικός στα φινλανδικά - kliininen, kliinisen, kliinisiä, kliinisissä, kliinisten
Τυχαίες λέξεις
Κλιμακώνομαι στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: yltyä, äityä, paisuu, laajenee, kiihtyy, kärjistyy, kiihtyminen