Τσάμπα στα πορτογαλικά

Μετάφραση: τσάμπα, Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
desentalar, livre, soltar, fraude, grátis, for free, gratuitamente, de graça
Τσάμπα στα πορτογαλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσάμπα

τζάμπα καίει η λάμπα, τσάμπα δόξας, τσάμπα γωγω, τσαμπα το βρακάκι, τσάμπα μάγκασ, τσάμπα λεξικό γλώσσας πορτογαλικά, τσάμπα στα πορτογαλικά

Μεταφράσεις

  • τρώω στα πορτογαλικά - coma, fácil, tragar, tomar, comer, Nosh, culinára, ...
  • τσάι στα πορτογαλικά - chá, táxi, de chá, tea, o chá, do chá
  • τσάντα στα πορτογαλικά - sacola, saco, maleta, mala, mochila, saca, bolsa, ...
  • τσάπα στα πορτογαλικά - espaço, pá, enxada, hoe, cavar, capinar, roer
Τυχαίες λέξεις
Τσάμπα στα πορτογαλικά - Λεξικό: ελληνικά » πορτογαλικά
Μεταφράσεις: desentalar, livre, soltar, fraude, grátis, for free, gratuitamente, de graça