Τσάμπα στα ουγγρικά

Μετάφραση: τσάμπα, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
független, ingyenes, ingyen, szabad, ingyenesen, a szabad
Τσάμπα στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τσάμπα

τζάμπα καίει η λάμπα, τσάμπα δόξας, τσάμπα γωγω, τσαμπα το βρακάκι, τσάμπα μάγκασ, τσάμπα λεξικό γλώσσας ουγγρικά, τσάμπα στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • τρώω στα ουγγρικά - nosh, kaja
  • τσάι στα ουγγρικά - tea, teát, tea-, a tea
  • τσάντα στα ουγγρικά - táska, zsák, zacskó, vadászzsákmány, retikül, szatyor, zsákot, ...
  • τσάπα στα ουγγρικά - pikk, kapa, kapálni, kapál, hoe, kaparószerszám
Τυχαίες λέξεις
Τσάμπα στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: független, ingyenes, ingyen, szabad, ingyenesen, a szabad