Βεβηλώνω στα ρουμανικά

Μετάφραση: βεβηλώνω, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
spurca, spurcă, spurcați, pângări, defileu
Βεβηλώνω στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βεβηλώνω

βεβηλώνω λεξικό γλώσσας ρουμανικά, βεβηλώνω στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • βεβαιώνομαι στα ρουμανικά - am, I, eu, să
  • βεβαιώνω στα ρουμανικά - asigura, certifica, certific, certifice, certifică, să certifice
  • βεζίρης στα ρουμανικά - vizir, vizirul, vizirului, chiar vizir
  • βελάζω στα ρουμανικά - behăi, zbiară cât îi, behait, vorbi cu voce slabă, behăit
Τυχαίες λέξεις
Βεβηλώνω στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: spurca, spurcă, spurcați, pângări, defileu