Βεβηλώνω στα τσεχικά

Μετάφραση: βεβηλώνω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
znečistit, defilovat, průsmyk, zneuctít, defilé, pošpinit, znesvětit, poskvrniti mohlo
Βεβηλώνω στα τσεχικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: βεβηλώνω

βεβηλώνω λεξικό γλώσσας τσεχικά, βεβηλώνω στα τσεχικά

Μεταφράσεις

  • βεβαιώνομαι στα τσεχικά - zabezpečit, zaručit, zajistit, ochránit, ručit, Mohu ujistit, že, Mohu ujistit, ...
  • βεβαιώνω στα τσεχικά - utvrdit, zabezpečit, ujišťovat, tvrdit, zajistit, prohlásit, uklidnit, ...
  • βεζίρης στα τσεχικά - vezír, vezírem, Vizier, vezíra
  • βελάζω στα τσεχικά - bečet, mečení, mečet, bekot
Τυχαίες λέξεις
Βεβηλώνω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: znečistit, defilovat, průsmyk, zneuctít, defilé, pošpinit, znesvětit, poskvrniti mohlo