Συνωμοτώ στα ρουμανικά

Μετάφραση: συνωμοτώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
Complot
Συνωμοτώ στα ρουμανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνωμοτώ

συνωμοτώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, συνωμοτώ στα ρουμανικά

Μεταφράσεις

  • συνυπάρχω στα ρουμανικά - coexista, coexistă, coexiste, să coexiste, coexistența
  • συνωμοσία στα ρουμανικά - conspiraţie, conspirație, conspiratie, conspirației, conspirații, a conspirației
  • συνωμότης στα ρουμανικά - conspirator, conspiratorul, complice, conspirat, complicelui
  • συνωστισμός στα ρουμανικά - gem, zdrobi, crowding, aglomerarea, aglomerare, înghesuire, de crowding
Τυχαίες λέξεις
Συνωμοτώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: Complot