Σόμπα στα ρουμανικά
Μετάφραση: σόμπα, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
calorifer, radiator, aragaz, sobă, ochiuri, soba, cuptor
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σόμπα
σόμπα καλοριφέρ, σόμπα pellet, σόμπα αλογόνου, σόμπα ξύλου, σόμπα υγραερίου, σόμπα λεξικό γλώσσας ρουμανικά, σόμπα στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- σωφρονιστήριο στα ρουμανικά - penitenciar, penitenciarului, penitenciare, penitenciară, penitenciarul
- σωφροσύνη στα ρουμανικά - direcţie, înţelepciune, prudență, prudenței, prudența, prudenta, de prudență
- σύγκληση στα ρουμανικά - convocare, convocarea, adunare, adunare solemnă
- σύγκλιση στα ρουμανικά - convergență, convergența, de convergență, convergenței, convergenta
Τυχαίες λέξεις
Σόμπα στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: calorifer, radiator, aragaz, sobă, ochiuri, soba, cuptor
Μεταφράσεις: calorifer, radiator, aragaz, sobă, ochiuri, soba, cuptor