Σόμπα στα σουηδικά

Μετάφραση: σόμπα, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
kylare, radiator, spis, kaminen, kamin, spisen
Σόμπα στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: σόμπα

σόμπα καλοριφέρ, σόμπα pellet, σόμπα αλογόνου, σόμπα ξύλου, σόμπα υγραερίου, σόμπα λεξικό γλώσσας σουηδικά, σόμπα στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • σωφρονιστήριο στα σουηδικά - fängelse, penitentiary, kriminalvårds, fångvårds, kriminalvården, straffanstalt
  • σωφροσύνη στα σουηδικά - visdom, bemärkelse, känsla, betydelse, mening, sinne, försiktighet, ...
  • σύγκληση στα σουηδικά - möte, sammankomst, inkallande, convocation, kallelsen, kallelse
  • σύγκλιση στα σουηδικά - konvergens, konvergensen, samstämmighet
Τυχαίες λέξεις
Σόμπα στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: kylare, radiator, spis, kaminen, kamin, spisen