Κόρη στα ρωσικά
Μετάφραση: κόρη, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
невестка, дочь, дочери, дочерью, дочка, память
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κόρη
κόρη σαμαρά, κόρη αποκαλύπτει στον μπαμπά της ότι θα γίνει παππούς (video), κόρη μπατίστα, κόρη βενιζέλου, κόρη ματιού, κόρη λεξικό γλώσσας ρωσικά, κόρη στα ρωσικά
Μεταφράσεις
- κόπωση στα ρωσικά - истомить, переутомлять, утомленность, утомление, усталь, изнеможение, утомить, ...
- κόρα στα ρωσικά - панцирь, наглость, щит, корка, осадок, кора, горбушка, ...
- κόρνα στα ρωσικά - звукоприемник, рог, горн, рожок, гудок, рога, сигнал, ...
- κόσμημα στα ρωσικά - сокровище, драгоценность, самоцвет, жемчужина, жемчужиной, драгоценный камень, драгоценности
Τυχαίες λέξεις
Κόρη στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: невестка, дочь, дочери, дочерью, дочка, память
Μεταφράσεις: невестка, дочь, дочери, дочерью, дочка, память