Πυκνωτής στα ρωσικά

Μετάφραση: πυκνωτής, Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
конденсатор, холодильник, рефрижератор, конденсатора, конденсаторов, конденсатором
Πυκνωτής στα ρωσικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πυκνωτής

πυκνωτής αντιστάθμισης, πυκνωτής σύζευξης, πυκνωτής αντιπαρασιτικός, πυκνωτής εξομάλυνσης, πυκνωτής ανεμιστήρα, πυκνωτής λεξικό γλώσσας ρωσικά, πυκνωτής στα ρωσικά

Μεταφράσεις

  • πυγμαίος στα ρωσικά - карлик, ничтожество, малютка, пигмей, карликовый, Пигмеев, карликовая, ...
  • πυγμαχώ στα ρωσικά - короб, домик, стойло, ложа, самшит, облучок, урна, ...
  • πυκνός στα ρωσικά - толстый, плотный, дубовый, изобильный, непрозрачный, твердолобый, густой, ...
  • πυκνότητα στα ρωσικά - толщина, слой, плотность, густота, толща, запущенность, плотности, ...
Τυχαίες λέξεις
Πυκνωτής στα ρωσικά - Λεξικό: ελληνικά » ρωσικά
Μεταφράσεις: конденсатор, холодильник, рефрижератор, конденсатора, конденсаторов, конденсатором