Πυκνωτής στα τούρκικα
Μετάφραση: πυκνωτής, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kondansatör, kapasitör, kondansatörü, kapasitörü, capacitor
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: πυκνωτής
πυκνωτής αντιστάθμισης, πυκνωτής σύζευξης, πυκνωτής αντιπαρασιτικός, πυκνωτής εξομάλυνσης, πυκνωτής ανεμιστήρα, πυκνωτής λεξικό γλώσσας τούρκικα, πυκνωτής στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- πυγμαίος στα τούρκικα - pigme, cüce, pygmy, pigme olarak
- πυγμαχώ στα τούρκικα - sandık, kutu, direk, boks maçı, seren, ağız kavgası, boks maçı yapmak
- πυκνός στα τούρκικα - sık, koyu, kalın, tıknaz, sık dikilmiş
- πυκνότητα στα τούρκικα - yoğunluk, yoğunluğu, yoğunluklu, yoğunlukta, dansiteli
Τυχαίες λέξεις
Πυκνωτής στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: kondansatör, kapasitör, kondansatörü, kapasitörü, capacitor
Μεταφράσεις: kondansatör, kapasitör, kondansatörü, kapasitörü, capacitor