Κακεντρέχεια στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κακεντρέχεια, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
злоба
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κακεντρέχεια
κακεντρέχεια ετυμολογια, κακεντρέχεια συνωνυμα, κακεντρέχεια λεξικο, κακεντρέχεια λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κακεντρέχεια στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κακία στα σλαβομακεδονικά - зло, расипаност, беззаконие, злото, нечестието
- κακαρίζω στα σλαβομακεδονικά - клопам
- κακεντρεχής στα σλαβομακεδονικά - зајадлив, злостен
- κακοήθης στα σλαβομακεδονικά - злите, нечестивите, злобни, зли, нечесниот
Τυχαίες λέξεις
Κακεντρέχεια στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: злоба
Μεταφράσεις: злоба