Κατάληψη στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: κατάληψη, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
одземање, заплена, напад, заплената, запленување
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατάληψη
κατάληψη στο γραφείο του μητσοτάκη, κατάληψη έπαυλης κουβέλου, κατάληψη σινιάλο, κατάληψη libertatia, κατάληψη ματσάγγου, κατάληψη λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, κατάληψη στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- κατάκτηση στα σλαβομακεδονικά - освојувањето, освојувања, освојување, освојувачки, освојувањата
- κατάληξη στα σλαβομακεδονικά - суфикс, суфиксот, наставка, наставката, на суфиксот
- κατάλληλα στα σλαβομακεδονικά - погодни, соодветна, погоден, погодна, соодветни
- κατάλληλος στα σλαβομακεδονικά - погодни, соодветна, погоден, погодна, соодветни
Τυχαίες λέξεις
Κατάληψη στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: одземање, заплена, напад, заплената, запленување
Μεταφράσεις: одземање, заплена, напад, заплената, запленување