Τοκογλύφος στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: τοκογλύφος, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
лихварски, лихвар, грабливецот лихварски
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τοκογλύφος
ο τοκογλύφος, τοκογλύφοσ μετάφραση στα αγγλικά, τοκογλύφος ετυμολογία, μακρυγιάννης τοκογλύφος, τοκογλύφος στα αγγλικά, τοκογλύφος λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, τοκογλύφος στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- τοιχογραφία στα σλαβομακεδονικά - мурал, фреска, муралот, мурали, мурални
- τοκετός στα σλαβομακεδονικά - породувањето, породување, раѓање, на породувањето, раѓањето
- τολμηρός στα σλαβομακεδονικά - растрчани, грандиозна, храбар, заслепувачкиот, елегантен
- τολμώ στα σλαβομακεδονικά - осмелуваат, осмелувам, се осмелуваат, осмелил, осмели
Τυχαίες λέξεις
Τοκογλύφος στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: лихварски, лихвар, грабливецот лихварски
Μεταφράσεις: лихварски, лихвар, грабливецот лихварски