Παλικαρισμός στα σλοβενικά

Μετάφραση: παλικαρισμός, Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
ustrahovanje, ustrahovanja, ustrahovanju, nasilništvo, ustrahovanjem
Παλικαρισμός στα σλοβενικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: παλικαρισμός

παλικαρισμός λεξικό γλώσσας σλοβενικά, παλικαρισμός στα σλοβενικά

Μεταφράσεις

  • παλεύω στα σλοβενικά - boj, boja, boju, bojem
  • παλιάνθρωπος στα σλοβενικά - skunk, dihur, Skunk učinek z, Skunk učinek
  • παλιμβουλία στα σλοβενικά - nestalnost, tergiversator
  • παλλόμενος στα σλοβενικά - bití, tep, pulzirajoči, pulzirajoče, pulzirajočo, pulzirajoča, pulzirnega
Τυχαίες λέξεις
Παλικαρισμός στα σλοβενικά - Λεξικό: ελληνικά » σλοβενικά
Μεταφράσεις: ustrahovanje, ustrahovanja, ustrahovanju, nasilništvo, ustrahovanjem