Παλικαρισμός στα σουηδικά
Μετάφραση: παλικαρισμός, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
mobbning, mobbing, mobbningen, mobbnings, trakasserier
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: παλικαρισμός
παλικαρισμός λεξικό γλώσσας σουηδικά, παλικαρισμός στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- παλεύω στα σουηδικά - brottas, slagsmål, kamp, kampen, bekämpning, bekämpa
- παλιάνθρωπος στα σουηδικά - slyngel, skurk, skunk, skunken, i Skunk, till Skunk
- παλιμβουλία στα σουηδικά - tergiversator
- παλλόμενος στα σουηδικά - stryk, pulserande, pulserar, pulserings, pulsera, pulse
Τυχαίες λέξεις
Παλικαρισμός στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: mobbning, mobbing, mobbningen, mobbnings, trakasserier
Μεταφράσεις: mobbning, mobbing, mobbningen, mobbnings, trakasserier