Κοιμάμαι στα σουηδικά
Μετάφραση: κοιμάμαι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
sova, sömn, restaurangerna, sömnen
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοιμάμαι
κοιμάμαι τον ύπνο του δικαίου, κοιμάμαι πολύ, κοιμάμαι μεγαλώνω νουνου, κοιμάμαι και μεγαλώνω, κοιμάμαι με ανοιχτό στόμα, κοιμάμαι λεξικό γλώσσας σουηδικά, κοιμάμαι στα σουηδικά
Μεταφράσεις
- κοιλιακός στα σουηδικά - abdominal, buken, buk, i buken, abdominala
- κοιλότητα στα σουηδικά - kammare, rum, hålighet, kavitet, kaviteten, håligheten, hålrum
- κοινά στα σουηδικά - vanligt, commons, allmänningar, samfälligheter, allmänning
- κοινοβουλευτικός στα σουηδικά - parlamentarisk, parlamentariskt, parlamentariska, parlaments, parlamentets
Τυχαίες λέξεις
Κοιμάμαι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: sova, sömn, restaurangerna, sömnen
Μεταφράσεις: sova, sömn, restaurangerna, sömnen