Κοιμάμαι στα τσεχικά
Μετάφραση: κοιμάμαι, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
spaní, spát, spánek, sen, Sleep, spánku, spánkové
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κοιμάμαι
κοιμάμαι τον ύπνο του δικαίου, κοιμάμαι πολύ, κοιμάμαι μεγαλώνω νουνου, κοιμάμαι και μεγαλώνω, κοιμάμαι με ανοιχτό στόμα, κοιμάμαι λεξικό γλώσσας τσεχικά, κοιμάμαι στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- κοιλιακός στα τσεχικά - abdominální, břišní, břicha, břiše, v břiše
- κοιλότητα στα τσεχικά - kancelář, komora, jáma, salón, sněmovna, síň, dutina, ...
- κοινά στα τσεχικά - obvykle, obyčejně, prostý lid, Commons, společenské, rekreačně, sněmovna
- κοινοβουλευτικός στα τσεχικά - sněmovní, parlamentní, volební, parlamentnímu, parlamentního
Τυχαίες λέξεις
Κοιμάμαι στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: spaní, spát, spánek, sen, Sleep, spánku, spánkové
Μεταφράσεις: spaní, spát, spánek, sen, Sleep, spánku, spánkové