Μεσάζοντας στα τούρκικα
Μετάφραση: μεσάζοντας, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
komisyoncu, broker, brokeri, emlakçı, komisyoncusu
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: μεσάζοντας
μεσάζοντας λεξικό γλώσσας τούρκικα, μεσάζοντας στα τούρκικα
Μεταφράσεις
- μερικώς στα τούρκικα - kısmen, kısmen de, kısmi, parçalı
- μερσίνη στα τούρκικα - Mersin, Mersin'de
- μεσάζων στα τούρκικα - aracı, middleman, bir aracı, aracıyım, komisyoncu
- μεσάνυχτα στα τούρκικα - gece yarısı, Midnight, yarısı, gece yarısına, geceyarısı
Τυχαίες λέξεις
Μεσάζοντας στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: komisyoncu, broker, brokeri, emlakçı, komisyoncusu
Μεταφράσεις: komisyoncu, broker, brokeri, emlakçı, komisyoncusu