Ουσιαστικά στα τούρκικα

Μετάφραση: ουσιαστικά, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
esasen, aslında, esas, esas olarak, temelde
Ουσιαστικά στα τούρκικα
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ουσιαστικά

ουσιαστικά α κλίσης, ουσιαστικά ασκήσεις γ δημοτικού, ουσιαστικά β κλίσης, ουσιαστικά γ κλίσης, ουσιαστικά σε ειο, ουσιαστικά λεξικό γλώσσας τούρκικα, ουσιαστικά στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • ουρλιάζω στα τούρκικα - ürümek, miyavlamak, yowl, ulumak, miyavlama
  • ουσία στα τούρκικα - özdek, konu, parfüm, öz, madde, varlık, cevher, ...
  • ουσιαστικό στα τούρκικα - önemli, isim, i, noun, ad
  • ουσιαστικός στα τούρκικα - dayanıklı, sıkı, katı, önemli, sağlam, devamlı, önemli bir, ...
Τυχαίες λέξεις
Ουσιαστικά στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: esasen, aslında, esas, esas olarak, temelde