Εγκυμοσύνη στα τσεχικά
Μετάφραση: εγκυμοσύνη, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
těhotenství, otěhotnění, těhotenský, těhotenstvý, těhotenstvím
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εγκυμοσύνη
εγκυμοσύνη 13η εβδομάδα, εγκυμοσύνη πρώτος μήνας, εγκυμοσύνη χωρίς συμπτώματα, εγκυμοσύνη ανα εβδομάδα, εγκυμοσύνη συμπτώματα, εγκυμοσύνη λεξικό γλώσσας τσεχικά, εγκυμοσύνη στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- εγκρίνω στα τσεχικά - aprobovat, souhlasit, schválit, odsouhlasit, potvrdit, schvalovat, osvědčit, ...
- εγκρατής στα τσεχικά - mírný, zdrženlivý, umírněný, střídmý, abstinent, abstinence, abstinenci, ...
- εγκόσμιος στα τσεχικά - světský, dočasný, všední, světské, světská, obyčejné
- εγχάραξη στα τσεχικά - věnování, nadpis, titul, záhlaví, nápis, zápis, rytina, ...
Τυχαίες λέξεις
Εγκυμοσύνη στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: těhotenství, otěhotnění, těhotenský, těhotenstvý, těhotenstvím
Μεταφράσεις: těhotenství, otěhotnění, těhotenský, těhotenstvý, těhotenstvím