Τεχνητός στα φινλανδικά
Μετάφραση: τεχνητός, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
keinotekoinen, keinotekoisia, keinotekoista, keinotekoisen, keinotekoiset
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τεχνητός
τεχνητός γρανίτης, τεχνητός χλοοτάπητας τιμές, τεχνητός βικιλεξικο, τεχνητός χλοοτάπητας, τεχνητός φράχτης φυλλωμάτων, τεχνητός λεξικό γλώσσας φινλανδικά, τεχνητός στα φινλανδικά
Μεταφράσεις
- τεφρώδης στα φινλανδικά - tuhkainen, ashy, tuhkan peittämä, tuhkanharmaa, tuhkamainen
- τεχνίτης στα φινλανδικά - käsityöläinen, ammattilainen, craftsman, käsityöläisen, ammattimies
- τεχνικά στα φινλανδικά - teknisesti, tekninen, tekniset, teknisen, teknisiä, teknisten
- τεχνική στα φινλανδικά - tekotapa, tekniikka, tekniikkaa, tekniikan, tekniikalla
Τυχαίες λέξεις
Τεχνητός στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: keinotekoinen, keinotekoisia, keinotekoista, keinotekoisen, keinotekoiset
Μεταφράσεις: keinotekoinen, keinotekoisia, keinotekoista, keinotekoisen, keinotekoiset