Αδέσμευτος στα ισπανικά

Μετάφραση: αδέσμευτος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
independiente, soltero, suelto, desapegado, sin ataduras, unattached
Αδέσμευτος στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αδέσμευτος

αδέσμευτος τύπος επικοινωνία, αδέσμευτος τύπος αρχείο, αδέσμευτος τύπος διεύθυνση, αδέσμευτος κλίση, αδέσμευτος τύπος, αδέσμευτος λεξικό γλώσσας ισπανικά, αδέσμευτος στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • αδένας στα ισπανικά - glándula, la glándula, glándulas, glándula de, prensaestopas
  • αδέξιος στα ισπανικά - torpe, embarazoso, violento, vago, encorvado, queda atrás, se queda atrás, ...
  • αδέσποτος στα ισπανικά - perderse, sin dueño, ownerless, sin propietario, mostrenco, sin dueños
  • αδίκημα στα ισπανικά - fechoría, injuria, provocación, delito, ofensa, infracción, ofensiva, ...
Τυχαίες λέξεις
Αδέσμευτος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: independiente, soltero, suelto, desapegado, sin ataduras, unattached